Θρήνος Μ. Εβδομάδας– Χρόνης Αηδονίδης – Νεκταρία Καραντζή

Ο λαϊκός θρήνος της Μεγάλης Παρασκευής «Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα», με τη μουσική εκδοχή της Θράκης, από τον Χρόνη Αηδονίδη και τη Νεκταρία Καραντζή.

Ακολουθεί ένα μέρος της συνέντευξης του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου στο ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ 100,3 το 2007

ΕΡΩΤΗΣΗ : Μακαριότατε, αυτές τις μέρες κάθε χρόνο φοβούμαι ότι εμείς οι πλημμελείς ως προς τη θρησκευτική μας ταυτότητα καταλήγουμε και σε κοινοτυπίες ή λέμε και πράγματα που μας γυρίζουν πίσω στα έθιμά μας και αυτά βέβαια έχουν μεγάλη αξία. Επικοινωνώ όμως μαζί σας για να μας πείτε το μαρτύριο της Σταύρωσης και η Ανάσταση που ακολουθεί, τι μπορεί να πει στον σημερινό άνθρωπο;

«Το ερώτημα είναι πολύ γενικό, εγώ θα περιοριστώ να πω κάτι που με έχει συγκινήσει αυτές τις μέρες ιδιαίτερα. Σκέφτομαι ακριβώς ότι αυτό το πάθος και η Ανάσταση μιλούν για ένα θρίαμβο της εξουσίας του Θεού της αγάπης πάνω στην αδικία, στο θάνατο, στο ψέμα και ιδιαίτερα με συγκινεί αυτό αυτή την εποχή. Ξέρουμε, ότι στην εποχή μας, δίνεται συχνά η εντύπωση ότι η ανθρώπινη ιστορία υπόκειται μόνο σε διάφορες ανεξέλεγκτες εξουσίες πολιτικές, στρατιωτικές, οικονομικές, ιδεολογικές οι οποίες ενεργώντας με τρόπο αυθαίρετο όπως το είδαμε αυτό τον καιρό, δημιουργούν ποικιλόμορφη σύγχυση με τραγικές συνέπειες. Σε αυτή λοιπόν τη διάχυτη απογοήτευση για την άσκηση της εξουσίας από τους ισχυρούς, το πάθος και η Ανάσταση του Χριστού φέρνει μια πνοή ελπίδας. Συνέχεια

Καλή Πρωτομαγιά

Εργατική Πρωτομαγιά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Την πρώτη Μαΐου γιορτάζεται η μέρα των εργατών. Είναι στην πραγματικότητα η καθιερωμένη γιορτή της εξέγερσης των εργατών του Σικάγου. Τον Μάη του 1886 τα εργατικά συνδικάτα στο Σικάγο ξεσηκώθηκαν διεκδικώντας ωράριο εργασίας στις 8 ώρες και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Εορτάζεται επίσης και σαν μέρα των λουλουδιών και της Άνοιξης. Η μέρα έχει θεσπιστεί ως αργία και όλες οι υπηρεσίες και οι επιχειρήσεις παραμένουν κλειστές.Η πρώτη του Μάη, είναι μέρα ορόσημο για τους αγώνες του εργάτη. Οι αιματοβαμμένες εξεγέρσεις των εργατών του Σικάγο στις αρχές Μάη του 1886, έγιναν ύστερα από επιτυχημένες διεκδικήσεις των εργατών στον Καναδά το 1872. Συνέχεια

Αλλά τα βράδια – Τάσος Λειβαδίτης

Στίχοι: Τάσος Λειβαδίτης Μουσική: Γιώργος Τσαγκάρης

Και να που φτάσαμε εδώ
Χωρίς αποσκευές
Μα μ’ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι
Και εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο
Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη

Βέβαια αγάπησε
τα ιδανικά της ανθρωπότητας,
αλλά τα πουλιά
πετούσαν πιο πέρα Συνέχεια

ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΚΥΜΑ – Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης-

Κατεξοχήν διηγηματογράφος ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (Σκιάθος 1851-1911) μας έδωσε, ανάμεσα στις πολλές σελίδες που αφιέρωσε στην παρακολούθηση χαρακτηριστικών τύπων της ιδιαίτερης πατρίδας του και της παλιάς Αθήνας, μια σειρά, όχι μεγάλη, γραπτών με προσωπικότερες αναμνήσεις: η πλούσια πηγή των παιδικών του χρόνων προσπορίζει και το θέμα του «Ονείρου στο Κύμα», διηγήματος που δημοσιεύτηκε στα Παναθήναια το 1900. Πρόκειται για ένα κείμενο ερωτικό, γενικώς στα «αυτοβιογραφικά» καταχωριζόμενο, και της «εφηβικής ηλικίας» μάλιστα, που η κριτική ξεχωρίζει συστηματικά στο έργο του. «Σε τι ποσοστό μεταφέρονται εδώ πραγματικά βιώματα του Παπαδιαμάντη, θα ήταν δύσκολο να καθορίσουμε με ακρίβεια» (Π. ΜΟΥΛΛΑΣ, Εισαγωγή στο Α. Παπαδιαμάντης Αυτοβιογραφούμενος, Αθ.: Ερμής, 1974, σ. νβ ‘)· ο συγγραφέας άλλωστε υπογράφοντας αποποιείται κάθε ταύτισή του με τον αφηγητή. Πάντως η δυναμική αντιπαράθεση παρελθόντος-παρόντος στο διήγημα υπερβαίνει τα όρια της κατάθεσης ενός προσωπικού βιώματος και προσδίδει στο διήγημα την αίσθηση της γενικευμένης εμπειρίας. Ο αδιαπραγμάτευτος ιδανισμός θρησκευτικής προέλευσης από τη μια, που κρατάει τον ήρωα σε απόσταση από το αντικείμενο του ερωτικού θαυμασμού του, κι από την άλλη το εγκώμιο της φυσικής ομορφιάς, που συνιστά μια φλογερή κατάφαση στη ζωή, δίνουν εσωτερική ένταση και συνοχή στο κείμενο – ένα κείμενο επιδεκτικό πολλαπλών αναγνώσεων και ερμηνειών εξαιρετικού ενδιαφέροντος.


“Ἤμην πτωχόν βοσκόπουλον εἰς τά ὄρη. Δεκαοκτώ ἐτῶν, καί δέν ἤξευρα ἀκόμη ἄλφα. Χωρίς νά τό ἠξεύρω, ἤμην εὐτυχής. Τήν τελευταίαν φοράν ὁπού ἐγεύθην τήν εὐτυχίαν ἦτον τό θέρος ἐκεῖνο τοῦ ἔτους 187… Ἤμην ὡραῖος ἔφηβος, κ’ ἔβλεπα τό πρωίμως στρυφνόν,1 ἡλιοκαές πρόσωπόν μου νά γυαλίζεται εἰς τά ρυάκια καί τάς βρύσεις, κ’ ἐγύμναζα τό εὐλύγιστον, ὑψηλόν ἀνάστημά μου ἀνά τούς βράχους καί τά βουνά.
Τόν χειμῶνα πού ἤρχισ’ εὐθύς κατόπιν μ’ ἐπῆρε πλησίον του ὁ γηραιός πάτερ Σισώης, ἤ Σισώνης, καθώς τόν ὠνόμαζον οἱ χωρικοί μας, καί μ’ ἔμαθε γράμματα. Ἦτον πρῴην διδάσκαλος, καί μέχρι τέλους τόν προσηγόρευον ὅλοι εἰς τήν κλητικήν «δάσκαλε». Εἰς τούς χρόνους τῆς Ἐπαναστάσεως ἦτον μοναχός καί διάκονος. Εἶτα2 ἠγάπησε μίαν Τουρκοπούλαν, καθώς ἔλεγαν, τήν ἔκλεψεν, ἀπό ἕνα χαρέμι τῆς Σμύρνης, τήν ἐβάπτισε καί τήν ἐνυμφεύθη. Συνέχεια

Στ. Ξαρχάκος & Βαγγ. Γκούφας, Βαρκαρόλα (Α. Μπάλτσα)

Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος, Στίχοι: Βαγγέλης Γκούφας

Ἀφήγηση – Γιῶργος Σεφέρης

Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος πηγαίνει κλαίγοντας
Κανεὶς δὲν ξέρει νὰ πεῖ γιατί
Κάποτε νομίζουν πὼς εἶναι οἱ χαμένες ἀγάπες
Σὰν κι αὐτὲς ποὺ μᾶς βασανίζουνε τόσο
Στὴν ἀκροθαλασσιὰ τὸ καλοκαίρι μὲ τὰ γραμμόφωνα

Οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι φροντίζουν τὶς δουλειές τους
Ἀτέλειωτα χαρτιὰ παιδιὰ ποὺ μεγαλώνουν
Γυναῖκες ποὺ γερνοῦνε δύσκολα
Αὐτὸς ἔχει δυὸ μάτια σὰν παπαροῦνες
Σὰν ἀνοιξιάτικες κομμένες παπαροῦνες
Καὶ δυὸ βρυσοῦλες στὶς κόχες τῶν ματιῶν

Πηγαίνει μέσα στοὺς δρόμους ποτὲ δὲν πλαγιάζει
Δρασκελώντας μικρὰ τετράγωνα στὴ ράχη τῆς γῆς
Μηχανὴ μιᾶς ἀπέραντης ὀδύνης
Ποὺ κατάντησε νὰ μὴν ἔχει σημασία

 

Ἄλλοι τὸν ἄκουσαν νὰ μιλᾶ μοναχὸ καθὼς περνοῦσε
Γιὰ σπασμένους καθρέφτες πρὶν ἀπὸ χρόνια
Γιὰ σπασμένες μορφὲς μέσα στοὺς καθρέφτες
Ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ συναρμολογήσει πιὰ κανεὶς
Ἄλλοι τὸν ἄκουσαν νὰ λέει γιὰ τὸν ὕπνο
Εἰκόνες φρίκης στὸ κατώφλι τοῦ ὕπνου
Τὰ πρόσωπα ἀνυπόφορα ἀπὸ τὴ στοργή

Τὸν συνηθίσαμε εἶναι καλοβαλμένος κι ἥσυχος
Μονάχα ποὺ πηγαίνει κλαίγοντας ὁλοένα
Σὰν τὶς ἰτιὲς στὴν ἀκροποταμιὰ ποὺ βλέπεις ἀπ᾿ τὸ τρένο
Ξυπνώντας ἄσχημα κάποια συννεφιασμένη αὐγὴ

Τὸν συνηθίσαμε δὲν ἀντιπροσωπεύει τίποτα
Σὰν ὅλα τὰ πράγματα ποὺ ἔχετε συνηθίσει
Καὶ σᾶς μιλῶ γι᾿ αὐτὸν γιατί δὲ βρίσκω τίποτα
Ποὺ νὰ μὴν τὸ συνηθίσατε
Προσκυνῶ

 

Δεν υπάρχει τίποτα πιο ελκυστικό για τον άνθρωπο απ’ την ελευθερία της συνείδησής του, μα δεν υπάρχει και τίποτα πιο βασανιστικό

Αποσπάσματα από το βιβλίο του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Αδελφοί Καραμάζοφ.

ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΠΑΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΠΗΓΑΙΝΕΙΣ Μ’ ΑΔΕΙΑΝΑ ΤΑ ΧΕΡΙΑ, με κάποια υπόσχεση ελευθερίας που οι άνθρωποι με την ηλιθιότητά τους και με την έμφυτή τους διαφθορά δεν μπορούν ούτε καν να την κατανοήσουν, που τη φοβούνται και τη σκιάζονται γιατί τίποτα και ποτέ δεν υπήρξε για τον άνθρωπο και την ανθρώπινη κοινωνία πιο αφόρητο απ’ την ελευθερία!

saida-afonina-st-kiril-of-white-lake

«Δεν υπάρχει τίποτα πιο ελκυστικό για τον άνθρωπο απ’ την ελευθερία της συνείδησής του, μα δεν υπάρχει και τίποτα πιο βασανιστικό»

Συνέχεια

Σύμπαν & Παρμενίδης

James Webb: Ενα νέο παράθυρο στο σύμπαν – Οι πρώτες εικόνες που είδαμε από το διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb

Ο Παρμενίδης ο οποίος θεωρείται ως «ο ιδρυτής της οντολογίας»[1], αποφαίνεται πως πέρα από την αληθινή και τέλεια γνώση η οποία επιτυγχάνεται μέσω της λογικής μεθόδου έρευνας, υφίστανται και οι δοξασίες οι οποίες διατυπώνονται από τους ανθρώπους και είναι ψευδείς λόγω του ότι προέρχονται από συγκεχυμένες και μεταβαλλόμενες μαρτυρίες των αισθήσεων.[2]

«Το Ον είναι, το μη-Ον δεν είναι».

Ο φιλόσοφος μέσα από τη σκέψη του αποτυπώνει μια αντίθεση μεταξύ γνώσης και δοξασίας, η οποία δεν αφήνει μόνο να αναδυθεί η διάκριση της λογικής από την εμπειρική μέθοδο, αλλά συνάμα αποτελεί μέρος της οντολογίας του. Για τον Παρμενίδη, «η γνώση που συνοδεύεται από τη δικαιοσύνη θεωρείται ως θεϊκή αποκάλυψη για τους εκλεκτούς, ανάμεσα στους οποίους ο φιλόσοφος συγκαταλέγει και τον ίδιο».[3]

Η αλήθεια η οποία είναι αναπόσπαστο στοιχείο της παρμενίδειας φιλοσοφίας, πηγάζει από την καθαρή νόηση. Ο Παρµενίδης και γενικότερα οι Ελεάτες, παρατηρούσαν και παράλληλα μελετούσαν τον κόσμο στατικά ως Είναι.[4] Αυτό βέβαια είναι κάτι το οποίο ενισχύεται και από τον ίδιο τον Αριστοτέλη στα Μετά τα Φυσικά του, όπου ο Παρµενίδης αντιλαµβανόταν τον κόσµο ως µεταβλητό.[5] Ο Αριστοτέλης, αν και συµµεριζόταν έως κάποιον βαθμό τη σκέψη του Παρµενίδη και του Πλάτωνα σχετικά µε τη σταθερότητα που πρέπει να υπάρχει στο γνωστικό αντικείμενο, εντούτοις του ήταν αδιανόητο να δεχτεί τον αποκλεισμό της φύσης από το πεδίο της έρευνας και κατά προέκταση από το πεδίο της κατάκτησης της γνώσης.[6]

Συνέχεια

«Ἀπολείπειν ὁ Θεός Ἀντώνιον»

Απαγγελία του ποιήματος του Καβάφη από τον Δημήτρη Χορν, με μουσική υπόκρουση το βαλς του Μάνου Χατζιδάκη.

Σάν ἔξαφνα, ὥρα μεσάνυχτ’, ἀκουσθεί
ἀόρατος θίασος νά περνᾶ
μέ μουσικές ἐξαίσιες, μέ φωνές –
τήν τύχη σου πού ἐνδίδει πιά, τά ἔργα σου
πού ἀπέτυχαν, τά σχέδια τῆς ζωῆς σου
πού βγῆκαν ὅλα πλάνες, μή ἀνωφέλετα θρηνήσεις.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού φεύγει.
Προ πάντων νά μή γελασθεῖς, μήν πεῖς πως ἦταν
ἕνα ὄνειρο, πώς ἀπατήθηκεν ἡ ἀκοή σου∙
μάταιες ἐλπίδες τέτοιες μήν καταδεχθεῖς.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
σάν που ταιριάζει σε πού ἀξιώθηκες μιά τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά πρός τό παράθυρο,
κι ἄκουσε μέ συγκίνησιν, ἀλλ’ ὄχι
με τῶν δειλῶν τά παρακάλια και παράπονα,
ὡς τελευταία ἀπόλαυσι τούς ἤχους,
τά ἐξαίσια ὄργανα τοῦ μυστικοῦ θιάσου,
κι ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού χάνεις.

[1911]

Ο Μάρκος Αντώνιος συμμετείχε το 43 π.Χ. στο σχηματισμό της Δεύτερης Τριανδρίας, μαζί με τον Οκταβιανό και το Λέπιδο, με σκοπό τη διεκδίκηση της εξουσίας του Ρωμαϊκού κράτους. Ένα χρόνο μετά, αφού είχαν νικήσει τους δολοφόνους του Ιούλιου Καίσαρα, μοιράστηκαν τα εδάφη που κατείχε η Ρώμη, δίνοντας στον Αντώνιο τις κτήσεις στην Ανατολή.
Ο Μάρκος Αντώνιος στην Κιλικία (περιοχή της Μικράς Ασίας, απέναντι από την Κύπρο) συνάντησε την Κλεοπάτρα και εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της, αντί να την τιμωρήσει για τη βοήθεια που είχε προσφέρει στους δολοφόνους του Καίσαρα, την έκανε ερωμένη του. Ο Αντώνιος σύντομα ερωτεύτηκε με πάθος την Κλεοπάτρα και άρχισε να αμελεί τις υποχρεώσεις του απέναντι στο Ρωμαϊκό κράτος και κυρίως απέναντι στη σύζυγό του την Οκταβία, η οποία ήταν αδερφή του Οκταβιανού. Συνέχεια

“Τσάμικος” — Μάνος Χατζιδάκις – Νίκος Γκάτσος (‘Tsamikos’ written by Hadjidakis – Gatsos)

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις – Ποίηση: Νίκος Γκάτσος – Τραγούδι: Μανώλης Μητσιάς [Manolis Mitsias sings’Tsamikos’ written by Hadjidakis – Gatsos]

Στα κακοτράχαλα τα βουνά
με το σουράβλι και το ζουρνά
πάνω στην πέτρα την αγιασμένη
χορεύουν τώρα τρεις αντρειωμένοι.
Ο Νικηφόρος κι ο Διγενής
κι ο γιος της Άννας της Κομνηνής.
Δική τους είναι μια φλούδα γης
μα εσύ Χριστέ μου τους ευλογείς
για να γλυτώσουν αυτή τη φλούδα
απ’ το τσακάλι και την αρκούδα.
Δες πώς χορεύει ο Νικηταράς
κι αηδόνι γίνεται ο ταμπουράς.
Από την Ήπειρο στο Μοριά
κι απ’ το σκοτάδι στη λευτεριά
το πανηγύρι κρατάει χρόνια
στα μαρμαρένια του χάρου αλώνια.
Κριτής κι αφέντης είν’ ο Θεός
και δραγουμάνος του ο λαός.
In the unreachable mountains
with the flute and the clarinet
on top of the holy rock
now dance three brave men
Nikephoros and Digenes
and the son of Anna Komnene
Theirs is a piece of land
but you, Christ, bless them
so that they may save that piece of land from the jackal and the bear
See how Nikitaras- dances
and the tambura becomes a swallow
From Epirus to Morea–
and from the darkness to freedom
the feast lasts for years
on Death’s marble floors
God is the master and judge
And the people his interpreters.

Ακολουθούν λίγα λόγια για τον Νίκο Γκάτσο.

Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε στην Ασέα Αρκαδίας από τους αγρότες Γεώργιο Γκάτσο και Βασιλική Βασιλοπούλου. Σε ηλικία πέντε ετών έμεινε ορφανός από πατέρα, ο οποίος, από τους πρώτους μετανάστες στην Αμερική, πέθανε στο πλοίο και τον πέταξαν στον Ατλαντικό.

Τέλειωσε το Δημοτικό στην Ασέα και το Γυμνάσιο στην κοντινή Τρίπολη, όπου γνώρισε τα λογοτεχνικά βιβλία, τις μεθόδους αυτοδιδασκαλίας ξένων γλωσσών, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Έτσι, όταν το 1930 μετέβη στην Αθήνα για να εγγραφεί στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (διέκοψε μετά το δεύτερο έτος), ήξερε αρκετά καλά Αγγλικά και Γαλλικά, είχε μελετήσει τον Παλαμά, τον Σολωμό και το δημοτικό τραγούδι και παρακολουθούσε τις νεωτεριστικές τάσεις στην ποίηση της Ευρώπης. Συνέχεια

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΝ – Οδ. Ελύτης, Μίκης Θεοδωράκης

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ: ΔΟΞΑΣΤΙΚΟΝ – Οδυσσέας Ελύτης, Μίκης Θεοδωράκης [… Άξιον εστι το χέρι που επιστρέφει/απο φόνο φριχτόν και τώρα ξέρει/ποιός αλήθεια ο κόσμος που υπερέχει/ποιο το «νυν» και το «αιέν» του κόσμου …]